- διακατεῖχε
- διά-κατέχωhold fastimperf ind act 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Μισό, Ανρί — (Henri Michaux, Ναμούρ 1899 – Παρίσι 1984). Γάλλος συγγραφέας και ζωγράφος, βελγικής καταγωγής. Το 1922, όταν άρχισε να δημοσιεύει τα έργα του, εγκατέλειψε οριστικά το Βέλγιο. Το άγχος που διακατείχε την ύπαρξή του, τα ταξίδια στην Ανατολή και… … Dictionary of Greek